1/12/11

ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΜΥΣΤΙΚΟ

«...Σ’ όλη μου τη ζωή έψαξα να ’βρω το μυστικό της ζωής. Δεν ήμουν ευτυχισμένος στα νιάτα μου, γιατί ήξερα πως τα νιάτα μου θα περνούσαν κι όταν έγινα ώριμος άντρας, δεν ήμουν ευτυχισμένος, γιατί ήξερα πως πλησίαζαν τα γεράματα. Κι έτσι αφιέρωσα τη ζωή μου, τη νιότη και την ωριμότητα και τα γεράματά μου, στην αναζήτηση του Μεγάλου Μυστικού. Πόθησα μια ζωή που η αφθονία της θα γέμιζε τους αιώνες, κορόιδευα τη ζωή που κρατούσε ογδόντα χειμώνες...»


Αναζητώ κι εγώ το Άγιο Σκεύος που περιέχει το αίμα του Χριστού, τo χαμένο σμαράγδι του Εωσφόρου, το γαλάζιο λουλούδι του Νοβάλις, το μάτι που ο Όντιν θυσίασε στη πηγή. Λαχταρώ το φως που καίει στις απόκρυφες συνταγές των αλχημιστών, στα μαγεμένα δάση των παραμυθιών, ανάμεσα στα πόδια των όμορφων γυναικών. Και ενίοτε επιστρέφω στην αρχή του χρόνου, στα αδιαφανή πεδία του εξώτερου διαστήματος, εκεί όπου το δέκατο τάγμα των αγγέλων ηττήθηκε στη Μητέρα των Μαχών.

Χρόνια γυρεύω το Μεγάλο Μυστικό ξετυλίγοντας ένα αόρατο νήμα που ενώνει φαινομενικά ασύνδετα μεταξύ τους αντικείμενα, πρόσωπα και τοπία. Κι όμως ποτέ δεν βρέθηκα στο κατώφλι της ανταπόδοσης, ποτέ δεν πέρασα έστω τα πρόθυρα της αποδοχής. Γιατί ακροβατώ ανισόρροπα ανάμεσα στον κόσμο της κοινής πραγματικότητας και στην πνευματική τάξη των παλαιών θεών. Γιατί αναλώνω τον πολύτιμο χρόνο μου στον αναγκαστικό βιοπορισμό παραμελώντας τα ιερατικά μου καθήκοντα. Γιατί ενώ προσεύχομαι στην Ευλογημένη Δεσποινίδα ως αφηρημένη αρετή, μονάχα η λάγνα της πλευρά με συγκινεί.

Στο τέλος όλων των ιστοριών υπάρχει το Δισκοπότηρο. Γύρω του μαίνεται η σύγκρουση των αντιθέτων με σύμβολα και αλληγορίες. Μέσα σε ερειπωμένους γοτθικούς ναούς, φασματικοί Κιστερκιανοί μοναχοί με λευκά ράσα ευλογούν ιερά σπαθιά. Και η Σταυροφορία συνεχίζεται από τις ρίζες του Υγκντραζίλ έως τον δέκατο Έμπυρο Ουρανό, εκεί όπου σύμφωνα με τον Δάντη περιμένει τους ιππότες της αναζήτησης ο Άγιος Βερνάρδος του Κλαιρβώ.

Υπάρχει όμως ακόμη ελπίδα σωτηρίας; Οι αρχάγγελοι του Κάλλους και της Τάξης θα πολεμήσουν άραγε ξανά μαζί; Ποιόν αληθινά υπηρετεί το Δισκοπότηρο;
Οι μύστες διδάσκουν πως ο Θεός αποκαλύπτεται δίχως να γίνεται κατανοητός ενώ εγώ προσεγγίζω χωρίς πίστη τα μυστήρια επιζητώντας μόνον την κατανόηση. Κι αν και απρόσκλητος στη Μεγάλη Λειτουργία, διατηρώ την ψευδαίσθηση πως μου αξίζει μια δεύτερη ευκαιρία.





Το κείμενο της εισαγωγής: Του κορυφαίου Ιρλανδού ποιητή και συγγραφέα W.B.Yeats (1865-1939) σε μετάφραση Σπ. Ηλιόπουλου. Απόσπασμα του διηγήματος «Η Καρδιά της Άνοιξης» από τη συλλογή Το Μυστικό Ρόδο (The Secret Rose, 1897).
Οι εικόνες: Templar Cloister και The Holy Grail, από τη σειρά The Templars της Black Hawk Toy Soldier. Εκθέματα από την προσωπική μου συλλογή toy soldiers.


1/11/11

FONS ET ORIGO

Η Ευρώπη που προέκυψε από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο είναι μια πολιτική ένωση εμπόρων και τραπεζιτών. Κυριαρχείται από τους εξελιγμένους αντιπροσώπους της τρίτης και κατώτερης κοινωνικής τάξης της αρχετυπικής τριχοτόμησης της ευρωπαϊκής κοινωνίας.
Οι δικαστές-ιερείς και οι φρουροί-πολεμιστές της φυλετικής μας κοινότητας, αφού νικήθηκαν οριστικά στον τελευταίο μεγάλο «πόλεμο των λειτουργιών», υποβιβάστηκαν και πλέον είναι παροπλισμένοι και αμέτοχοι παρατηρητές.

Όμως ενάντια στον σύγχρονο κόσμο, εμείς αν και αναγνωρίζουμε την ήττα ούτε αποδεχόμαστε την ευθύνη ούτε της προσδίδουμε νομιμότητα. Μέσα στο σκοτάδι της ευρωπαϊκής νύχτας, με μνήμη και πεισμονή αναζητούμε σαν αντίδοτο τις αρχές των προγόνων. Η ιστορία της γλώσσας μας συνδέει με τις βασικές έννοιες και με τον τρόπο που εκείνοι αντιλαμβάνονταν τον κόσμο. Κι επειδή οι παλαιότεροι Ινδοευρωπαίοι είναι οι Έλληνες, στοιχειώδεις ελληνικές λέξεις θα μας οδηγήσουν στην πηγή της Δεύτερης Λειτουργίας.


Οι ιστορικοί γλωσσολόγοι συμφωνούν πως οι πρωτο-ινδοευρωπαϊκές κοινωνίες ήταν ανδροκρατούμενες. Όλες οι γλωσσικές μαρτυρίες υποδεικνύουν πως το προϊστορικό, κοινωνικό τους σύστημα ήταν πατριαρχικό, καθώς ακολουθούσαν την πατρογονική γραμμή γενεαλόγησης.

Άνδρας: Προέρχεται από το αρχαίο ανήρ, ανδρός. Το αρχαίο ουσιαστικό ανήρ αποτελούσε τιμητικό όρο που σήμαινε τον ελεύθερο άνθρωπο. Η λέξη άνθρωπος προέρχεται πιθανά από το αμάρτυρο *άνδρ-ωπος «αυτός που έχει ανδρική όψη». Το θέμα της λέξης ανάγεται στον ινδοευρωπαϊκό τύπο *ner που σημαίνει επίσης άνδρας αλλά και άνθρωπος.
Πολεμιστής: Προέρχεται από το θέμα του ρήματος πελεμίζω που σημαίνει «πάλλω το δόρυ, τραντάζω, δονώ», που με τη σειρά του ανάγεται στο ινδοευρωπαϊκό *pel-a- «ωθώ, προσκρούω». Κατά άλλη άποψη προέρχεται από το ινδοευρωπαϊκό *plt- «αγώνας, πάλη, μάχη». Το «δόρυ» επίσης ανάγεται στο ινδοευρωπαϊκό *dr-ew- «ξύλο» και στον Όμηρο έχει ήδη τη σημασία του αιχμηρού ξύλου.
Ήρωας: Προέρχεται από το αρχαίο ήρως. Η λέξη ήρως πιθανά συνδέεται με την αμάρτυρη ινδοευρωπαϊκή ρίζα *ser- με τη σημασία «προστατεύω, προφυλάσσω», που συναντάται επίσης και σαν *(s)wer-.

Άνδρας - Πολεμιστής - Ήρωας
Άνθρωπος ελεύθερος. Άνδρας οπλισμένος που μάχεται.
Πολεμιστής, προστάτης της κοινότητας.

Διαβάζω επαναλαμβάνοντας υπνωτικά τις βασικές λέξεις, σαν μάντρα προσευχής προς τους πολεμικούς Θεούς του Ουρανού. Άνδρες, πολεμιστές και ήρωες θα περιμένουν για πολύ ακόμη στο περιθώριο της ιστορίας. Κι εγώ δεν έχω άλογο ούτε ταύρο να θυσιάσω στον ηλιακό Πρόμαχο. Ελπίζω μόνον πως κάποτε ο χρόνος θα ξαναγίνει κυκλικός.




Fons et origo: Οι απαρχές. Πηγή και προέλευση.
Ο πίνακας: Άτιτλο έργο (1997) του Jeffrey Jones (1944 - 2011).
Ετυμολογία: Η αναγωγή των λέξεων στην αφετηρία τους. Οι ετυμολογικές πληροφορίες των λέξεων που παραθέτω προέρχονται από το Ετυμολογικό Λεξικό του Γ. Δ. Μπαμπινιώτη.
Οι πρωτο-ινδοευρωπαίοι: Ύστερη νεολιθική ή ενεολιθική κοινωνία που άρχισε να διαχωρίζεται μεταξύ 4500 και 2500 π.Χ. Η νοτιοανατολική Ευρώπη θα μπορούσε να είναι η αληθινή τους κοιτίδα.
Αμάρτυρος τύπος: Η ινδοευρωπαϊκή ρίζα των λέξεων δεν είναι μαρτυρημένη σε γραπτή πηγή. Προκύπτει από την συγκριτική μελέτη των ομμορίζων των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών. Σημειώνεται με αστερίσκο (*) στη διεθνή επιστημονική βιβλιογραφία.
Όπλο: Το αρχαίο Όπλον είναι η μεγάλη ασπίδα των οπλιτών. Προέρχεται από το θέμα όπ-, μεταπτωτική βαθμίδα του θέματος στο ρήμα έπω, που σημαίνει «φροντίζω, ασχολούμαι» και μας οδηγεί στην ινδοευρωπαϊκή ρίζα *sep- «φροντίζω, μεριμνώ».
Σπαθί: Η λέξη προέρχεται από το ελληνιστικό σπαθ-ίον, υποκοριστικό του αρχαίου σπάθη. Σπάθη ονομαζόταν το σπαθί με πλατιά λεπίδα. Ανάγεται στο ινδοευρωπαϊκό *spa-dh- «μακρύ και πλατύ αντικείμενο».



1/10/11

BUGATTI 57 SC ATLANTIC

Ο Ετόρε Μπουγκάτι αποτελεί από μόνος του ξεχωριστή περίπτωση στην ιστορία της αυτοκίνησης. Ο πατέρας του ήταν καλλιτέχνης επιπλοποιός, γλύπτης και ζωγράφος και του μεταβίβασε τα γονίδια και την ανάλογη προδιάθεση. Κι έτσι ο Ετόρε μεγαλούργησε σχεδιάζοντας οχήματα, που ήταν ταυτόχρονα μηχανές και έργα τέχνης. Έχοντας επίγνωση της καλλιτεχνικής ιδιοφυίας του, καλούσε τους υποψήφιους αγοραστές στον πύργο του στην Αλσατία, για να επιλέξει ο ίδιος τους άξιους που θα αντάμειβε με το προνόμιο να κατέχουν και να οδηγούν τα υπεραυτοκίνητά του.

Η σειρά Bugatti Type 57 που κυκλοφόρησε το 1934 ήταν η συνεπής εξέλιξη των αυτοκινήτων με το λογότυπο Μπουγκάτι που εμφανίστηκαν για πρώτη φορά το 1911. Το προηγούμενο ορόσημο ήταν η φοβερή Type 35 του 1924 η οποία και έθεσε το πρώτο πρότυπο στα αγαπημένα μας γλυπτά από μέταλλο.
Η συνεχής βελτιστοποίηση των μοντέλων οδήγησε τελικά στην κορωνίδα της σειράς: την Bugatti Type 57 SC Atlantic, το ωραιότερο αυτοκίνητο που κατασκευάστηκε ποτέ.
Τα σχέδιά της δημιουργήθηκαν από τον γιό του Ετόρε, Ζαν Μπουγκάτι και βασίζονταν στο πειραματικό «Aerolithe», πρωτότυπο που είχε παρουσιαστεί το 1935 στο Σαλόνι Αυτοκινήτου του Παρισιού. Η πρώτη Bugatti Type 57 SC Atlantic κατασκευάστηκε την επόμενη χρονιά. Τέσσερα μόνον αυτοκίνητα κυκλοφόρησαν από το 1936 μέχρι το 1939.

Ο Jean Bugatti ονομάτισε το αυτοκίνητο Atlantic για να τιμήσει το ίνδαλμά του, τον γλύπτη και πιλότο Jean Mermoz, που χάθηκε με το αεροπλάνο του το 1936 προσπαθώντας να διασχίσει τον Ατλαντικό ωκεανό. Άλλωστε κι ο ίδιος θα σκοτωνόταν λίγα χρόνια αργότερα, το 1939, στα 30 του, δοκιμάζοντας τις αντοχές μιας αγωνιστικής Typ 57 C Tank.

Η Atlantic ήταν εκπληκτική, ένας πραγματικός μετεωρίτης που προσγειώθηκε στη γη. Η ραχοκοκαλιά της κρυβόταν πίσω από εμφανή πριτσίνια που συνέδεαν τις ξεχωριστές επιφάνειες του αμαξώματος. Στο εσωτερικό της, το ταμπλώ με τα καντράν, το τιμόνι, τα πετάλια, ο λεβιές των ταχυτήτων, όλα έδειχναν πρωτόγνωρα, στοιχειώδη, αρχετυπικά. Το σύστημα πέδησης λειτουργούσε με συρματόσχοινα. Ο οκτακύλινδρος κινητήρας χωρητικότητας 3.257 κ.εκ. απελευθέρωνε 200 άλογα που καταβρόχθιζαν την άσφαλτο με 200 χλμ. την ώρα. Το χρώμα της ήταν το ουράνιο μπλε του πνεύματος και των θεών.


Εφαρμόζοντας τα πλέον αυστηρά κριτήρια επιλογής, μονάχα τρείς υποψηφίους γνωρίζω που θα τους ταίριαζε η Bugatti Atlantic και δυστυχώς κανείς τους δεν την γνώρισε γιατί όλοι τους έζησαν τον 19ο αιώνα: τον βασιλιά Λούντβιχ του Νέου Κύκνου της Βαυαρίας, τον ζωγράφο Ντάντε Γκάμπριελ Ροσέτι της Αδελφότητας των Προραφαηλιτών και τον συγγραφέα Όσκαρ Γουάιλντ στην ενσάρκωσή του ως λόρδο Χένρυ Γουώτον.


Συνεπαρμένος από προκλητικές δυνατότητες και πρότυπα ειδωλολατρικά, ενθουσιάζομαι και παραμιλώ. Μέσα στη μπλε Bugatti αδημονώ φαντασιόπληκτος κι εγώ, προσμένοντας ονειρικό ταξίδι διαφυγής, σπάσιμο των προκαθορισμών του συλλογικού ασυνείδητου, αναζήτηση του ατομικού πεπρωμένου. Μέσα στο φαντασιακό της ασφάλτου διεκδικώ με θράσος τη θέση του οδηγού...

Με τα χρόνια τείνω να πιστέψω πως το δίπολο αισθητικής και ταχύτητας αποτελεί το πιo κοντινό υποκατάστατο του απόλυτου συνδυασμού αισθητικής και πολέμου.
Βεβαίως, στις ειρηνικές περιόδους, μόνον με έναν τρόπο δικαιώνεται η υπέρβαση των ορίων του χρόνου και του χώρου: η Αριστοκρατία της Ταχύτητας οφείλει να πεθαίνει μέσα στην έκσταση της επιτάχυνσης, πατώντας το γκάζι πάνω στην πιο επικίνδυνη στροφή...






Οι φωτογραφίες: Το αυτοκίνητο, ο δημιουργός, το ασημένιο πρωτότυπο Αερόλιθος, διαφημιστικό πόστερ του 1934 σχεδιασμένο από τον Jean Bugatti.
Ο δημιουργός: “Jean”, Gianoberto Maria Carlo Bugatti (1909-1939).
Το αυτοκίνητο: Bugatti Type 57 SC Atlantic Coupé. (8-Cylinder in-line-engine with two overhead cam shafts, Displacement: 3,257 ccm, Maximum output: approx. 200 hp at 5,500 rpm, Top speed: approx. 200 km/h, Wheel base: 2,980 mm, Total length: approx. 4,510 mm, Compressor (Roots-Supercharger), Dry sump lubrication, Mechanical cable-operated brakes).
Αφορμή για το κείμενο: Η πρόσφατη κυκλοφορία του μοντέλου σε κλίμακα 1:17 από την CMC.



1/9/11

SWORD & SORCERY


«If we two took the same path, surely one of us would have to slay the other, one fine day»

Σταράτα λόγια, λόγια που δεν λέγονται αψήφιστα, ιδίως όταν αυτοί που τα μοιράζονται είναι οι δυο διασημότεροι ήρωες των ιστοριών Μαγείας και Ξίφους.


Το πρωτόλειο του Έλρικ στα αμερικάνικα κόμικς δεν μπορούσε παρά να είναι επεισοδιακό. Ο τετρακοσιοστός εικοστός όγδοος Μάγος-Αυτοκράτορας του Μελνιμπονέ εμφανίστηκε μέσα σε μιά λάμψη εκτυφλωτικού φωτός στο δεύτερο καρέ της ενδέκατης σελίδας, του δέκατου τέταρτου τεύχους, του εμβληματικού κόμικ της δεκαετίας του ’70, Conan the Barbarian.

Το Conan the Barbarian διένυε την πρώτη του εκδοτική περίοδο. Τα ουδέτερα σενάρια του Roy Thomas είχαν επιτρέψει την σταδιακή ιδιοποίηση του Κιμμέριου από τον Barry Windsor-Smith και τον ρομαντικό εξευγενισμό του με ένα τρόπο που ο ίδιος ο Robert Howard δύσκολα θα επιδοκίμαζε.
Ο Κόναν είχε ήδη το δικό του κοινό και μια σκηνική παρουσία που πλέον αμφιταλαντευόταν ανάμεσα στα βαρβαρικά εξώφυλλα του Frazetta και στην Προραφαηλίτικη κληρονομιά του Smith. Δεν συνέβαινε όμως το ίδιο με τον Έλρικ.
Δημιουργός της αρχικής εικόνας του καταραμένου Μελνιμπόνιου ήταν ο Jim Cawthorn, ο σημαντικότερος συνεργάτης του Michael Moorcock. Όμως αν και η πρώτη εικονογραφημένη εκδοχή του είχε παρουσιαστεί σε ένα στριπ του Philippe Druillet στο άσημο, γαλλικό περιοδικό, Moi Aussi ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’60, ο αλμπίνος δεν είχε βρεί ακόμη τον ιδανικό του ιμπρεσάριο στην ένατη τέχνη.

Η έκτακτη σύμπραξη των δύο πρωταθλητών οφείλεται στον σεναριογράφο Roy Thomas, ο οποίος ζήτησε από τον Moorcock την ευγενική παρέμβαση του ασπρομάλλη ήρωά του στις περιπέτειες του Κιμμέριου.
Ο Βρετανός συγγραφέας ανταποκρίθηκε, στέλνοντας με τη βοήθεια του Cawthorn, μια ιστορία αρκετά μεγάλη για να δημοσιευτεί σε δύο συνέχειες. Στην πλοκή της μετέφερε την κοσμική σύγκρουση των Αρχόντων του Νόμου και του Χάους από το αχανές Πολυσύμπαν στους αγριότοπους της Υβοριανής εποχής.

Ωστόσο, τo σενάριο των Moorcock και Cawthorn σε προσαρμογή του Thomas ήταν μάλλον συμβατικό και το εικαστικό μέρος, αν εξαιρέσουμε κάποια εντυπωσιακά καρέ, από τις πιo μέτριες δουλειές του Barry Smith. Ο νεαρός, επίσης Βρετανός καλλιτέχνης, προσπάθησε ευσυνείδητα να σχεδιάσει συνδυαστικά τους δυο αντίθετους χαρακτήρες, όμως  το τελικό αποτέλεσμα ήταν κατώτερο των προσδοκιών. Αυτό συνέβει εν μέρει γιατί ο Smith αντί να πειραματιστεί στο δικό του ύφος, στήριξε την απεικόνιση του Έλρικ στα εξώφυλλα του Jack Gaughan της πρώτης αμερικανικής έκδοσης των βιβλίων Stormbringer και The Stealer Of Souls που αδικούσαν τον αλμπίνο. Και είναι ίσως ειρωνία της τύχης πως αν και το όνομά του συνδέθηκε με τον Κιμμέριο, ο ίδιος συμμεριζόταν λόγω ιδιοσυγκρασίας περισσότερο τον αγωνιώδη σκεπτικισμό του Έλρικ.

Εν τούτοις, τα δύο τεύχη αποτελούν σημαντικό γεγονός στα χρονικά της fantasy παραφιλολογίας για τους εξής λόγους:
Κατ’ αρχήν, αυτή είναι η μοναδική φορά που ο Κιμμέριος συναντά τον Μελνιμπόνιο στα ίδια τοπία της φανταστικής λογοτεχνίας. Και παρά τις ατέλειες για τις οποίες μεμψιμοιρούμε, η συνάντηση έγινε υπό την επίβλεψη σπουδαίων δημιουργών.
Έπειτα, κατά τη διάρκεια αυτής της ιστορίας ο Barry Smith ανακοίνωσε στη Μάρβελ την πρόθεσή του να εγκαταλείψει το Conan the Barbarian. Απαυδησμένος από τους δεσμευτικούς περιορισμούς της βιομηχανίας των κόμικς, εκτονώνει συμβολικά τη δυσαρέσκειά του υιοθετώντας την πανταχού παρούσα στην αφήγηση, απέχθεια του Κόναν για τους μάγους και τη μαγγανεία. Και ο δισέλιδος επίλογος του δεύτερου τεύχους μοιάζει όχι μόνον σχεδιασμένος αλλά και γραμμένος από τον ίδιο, ως μια τελευταία εξομολόγηση προς τους θιασώτες και θαυμαστές του.

Ο Smith θα επέστρεφε λίγο αργότερα για να ολοκληρώσει τον κύκλο του με μερικές ακόμη, εξαιρετικές ιστορίες, όμως αυτή ήταν η αποφασιστική καμπή στην καριέρα του πριν αποχωρήσει οριστικά.


Όσοι είναι μυημένοι στα σπαθιά και τη μαγεία, χαίρονται το αίμα και τη σφαγή με την ίδια προδιάθεση που απολαμβάνουν τις αλληγορίες και τα σύμβολα. Και μέσα στη γιορτή οφείλουν να μπορούν να διακρίνουν την κατάλληλη στιγμή που πρέπει να σηκώσουν το ποτήρι σε μια τελευταία πρόποση. Για την τέχνη και τη φαντασία, για το παρελθόν και το μέλλον.

Στο τελευταίο, ολοσέλιδο καρέ και αφού υπογράψει στο πλακόστρωτο, ο Conan Windsor-Smith, έφιππος κάτω από έναν συννεφιασμένο ουρανό στρέφει το βλέμμα προς τους αναγνώστες και με τον τρόπο του, τους αποχαιρετά:

«I’ll drink a toast, to both the living and the dead… …in the first tavern I find. ...Farewell»





Η αφορμή για το κείμενο: Η χρονική σύμπτωση του πρόσφατου κόμικ του Έλρικ (The Balance Lost, free comic book day edition Νo 0 / Μάιος 2011 και Νo 1 / Ιούλιος 2011) με την κινηματογραφική επιστροφή του Κιμμέριου.
Oι εικόνες: Το τελευταίο καρέ της 13ης σελίδας του τεύχους 14, τα εξώφυλλα των δυο τευχών και η περίφημη, τελευταία σελίδα του τεύχους 15.
Τα τεύχη: Conan the Barbarian Νο 14 (A SWORD CALLED STORMBRINGER!) και Νο 15 (THE GREEN EMPRESS OF MELNIBONE). Κυκλοφόρησαν αντίστοιχα τον Μάρτιο και τον Μάιο του 1972.
Η φράση της εισαγωγής: Την αρθρώνει ο Έλρικ, στο δεύτερο καρέ της δέκατης όγδοης σελίδας του τεύχους 15.
The Riddle of Steel: Ενδελεχή σύγκριση των δυο χαρακτήρων επιχείρησα πριν πολλά χρόνια, στο δέκατο τεύχος της WFotS, τον Μάρτιο του 1993 (MH/HM Νo 98).


9/8/11

ΤΟ ΣΚΟΥΛΑΡΙΚΙ

Το σκουλαρίκι ήταν χρυσό, ψεύτικο αλλά εντυπωσιακό. Έμοιαζε με τεχνούργημα των Αζτέκων, με επινώτιο των κουρσάρων της Καραϊβικής, ίσως και με τα κρεμαστά περπενδούλια της αυτοκράτειρας Θεοδώρας στο περίφημο, βυζαντινό ψηφιδωτό της Ραβέννας. Κουμπωτό στο αυτί, συναπαρτιζόταν από τρία ξεχωριστά κομμάτια με συνολικό μήκος περίπου ένα δάχτυλο. Σχεδόν ακουμπούσε στον ώμο μου και λαμποκοπούσε σαν αληθινό κόσμημα.

Το σκουλαρίκι αποτελούσε για κάμποσα χρόνια αναπόσπαστο μέρος του «πολεμικού» μου εξοπλισμού στα φανταστικά πεδία μάχης μιάς παρατεταμένης εφηβείας. Από τα αμφιθέατρα του Πολυτεχνείου στην υπόγεια Βικτώρια το χειμώνα κι από εκεί στα ροκάδικα στέκια της Ίου τα καλοκαίρια. Ο ρόλος του ήταν συγκεκριμένος αν και υπαινικτικός: σηματοδοτούσε την αντισυμβατική αισθητική μου και πρόδιδε την ανατρεπτική μου διάθεση.


Η κοπέλα μου με κοιτούσε περίεργα κι ο πατέρας μου μου απαγόρευε να τον πλησιάζω σε ανοιχτούς χώρους κοινωνικής συναναστροφής. Τα μακρυά μαλλιά, τα μαύρα δερμάτινα, τα σκισμένα τζιν, τα καρφιά και οι αλυσίδες, όλα ήταν για τον κοινωνικό περίγυρο ανάρμοστα και απρεπή, αλλά κανένα τόσο εξωφρενικό και προκλητικό όσο εκείνο το σκουλαρίκι.

Το ξαναβρήκα πρόσφατα ψάχνοντας σε μια κούτα, μαζί με κονκάρδες, διακοσμητικά καρφιά, ραφτά σήματα κι άλλα τοτεμικά σύμβολα της βαρυμεταλλικής δεκαετίας του ’80. Φορτισμένο αντικείμενο έχει διαφυλάξει μέσα του κάτι από το πνεύμα της εποχής.

Τα χρόνια πέρασαν, τη χαίτη αντικατέστησε η φαλάκρα και τη βαρβαρική εμφάνιση ο καθωσπρεπισμός ενός τυπικού σαρανταπεντάρη. Σήμερα, εξακολουθώ τα καλοκαίρια να φορώ έναν μικρό, πειρατικό κρίκο, μακρινό συγγενή εκείνου του σκουλαρικιού.
Κι όταν κάποιες «συνειδητοποιημένες» φίλες της τελευταίας περιόδου, με πειράζουν γιατί δεν βλέπουν «αυθεντική» τρύπα στο αυτί, χαμογελώ συγκαταβατικά δίχως να τις ειρωνευτώ. Δείχνω ευπροσήγορος και καταδεχτικός κι ακούω τις ανούσιες απόψεις τους με προσποιητό ενδιαφέρον. Καθώς οι μύχιες σκέψεις μου πλανώνται ανάμεσα στα πόδια τους, αναρωτιέμαι καμμιά φορά αν πρέπει να τους αναφέρω για το χρυσό μου σκουλαρίκι, το κίβδηλο, το αυθεντικό...

Όμως γρήγορα αλλάζω γνώμη... Οι ιδιωτικοί μας μύθοι είναι συχνά δυσνόητοι και αινιγματικοί, ιδίως αν δεν έχεις ζήσει την εποχή τους. Και δεν μπορείς να τους μοιραστείς με άμοιρους και αδαείς.
Άλλωστε τα πράγματα που μας αφορούν πολύ προσωπικά δεν πρέπει να μας δεσμεύουν στο παρελθόν. Αντιθέτως, οφείλουν να μας θυμίζουν πως πάντα υπάρχει διέξοδος στο μέλλον.





Η φωτογραφία: David Coverdale. Αρχηγός, τραγουδιστής και στιχουργός των Whitesnake. Το μεγάλο μου ίνδαλμα εκείνης της εποχής. Εμβληματική μορφή της δεκαετίας του ’80. Αρχετυπικός φαλλοκράτης και μέγας ηθικοδιδάσκαλος στις ερωτικές σχέσεις των δύο φύλων.


11/7/11

ΗΡΩΙΚΗ ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΑ

«Άχ, άνθρωποι, στην πέτρα κοιμάται για μένα ένα άγαλμα, το άγαλμα των αγαλμάτων μου! Άχ, γιατί να κοιμάται στην πιο σκληρή, στην πιό άσκημη πέτρα!
Τώρα το σφυρί μου χτυπά μανιακά και φριχτά πάνω στη φυλακή μου. Κομμάτια γίνεται η πέτρα, μα τι μ’ ενδιαφέρει ;
Θέλω να το αποτελειώσω: γιατί μ’ επισκέφτηκε ένας ίσκιος – το πιό σιωπηλό και το πιό ελαφρό πράμα μ’ επισκέφτηκε, κάποτε!
Η ομορφιά του υπεράνθρωπου μ’ επισκέφτηκε, σα σκιά. Άχ αδελφοί μου! Τι μ’ ενδιαφέρουν εμένα πιά οι Θεοί! –
Έτσι μίλησεν ο Ζαρατούστρα.»

Ο νιτσεϊκός Ζαρατούστρα μας διδάσκει πως μόνοι μας πρέπει να δημιουργήσουμε τον ιδανικό ανθρώπινο τύπο: τον ημίθεο ήρωα που θα μας ξεπεράσει και τελικά θα μας διαδεχθεί στην κυριαρχία του Κόσμου. Ο υπεράνθρωπος ως το υπέρτατο έργο τέχνης περιμένει την αφύπνισή του μέσα στον πυρήνα της φυλής μας, σαν δυνατότητα αλλά και σαν υποχρέωση. Η αποκάλυψή του, με τον τρόπο που ο γλύπτης ελευθερώνει το άγαλμα από την άμορφη πέτρα, θα πρέπει να είναι το κορυφαίο έργο της θέλησής μας.


Στην βάση της σκέψης μου επικαλούμαι ένα αποσιωπημένο κεφάλαιο πολιτικής ιδεολογίας. Οι Σπαρτιάτες εφάρμοσαν στην πράξη ως πολίτευμα ένα είδος ηρωϊκής αριστοκρατίας πολύ πριν ο Πλάτωνας επεξεργαστεί στους φιλοσοφικούς στοχασμούς του, τους Φύλακες και την ιδανική Πολιτεία. Επέβαλαν ένα απόλυτο ιδεώδες σμιλεύοντας σαν μάρμαρο την ζωή τους και αρνήθηκαν να προσαρμοστούν στην αλλαγή των περιστάσεων επιλέγοντας τον χαμό.

Οι πορφυροί μανδύες και ο δωρικός ρυθμός των Σπαρτιατών είναι μια βαρυσήμαντη κληρονομιά ηρωικής ποιότητας και αισθητικής άποψης που λειτουργεί ως αφετηρία. Η συνέχεια είναι ένας μακρύς δρόμος που διασχίζει την αρχαιότητα και τον Μεσαίωνα, περνάει από την Αναγέννηση και καταλήγει στους δανδήδες του Μπωντλαίρ και στον προκλητικό αισθητισμό του Ντ' Αννούντσιο.

Θα υποκύψω στον πειρασμό να εκφράσω τις απόψεις μου με αφορισμούς ιδεολογικής διακήρυξης: Στον αρχετυπικό κόσμο της ιδεατής Ηρωικής Αριστοκρατίας λατρεύω τον συγκερασμό του αισθητικού και του ηρωϊκού ιδεώδους, το πρότυπο μιας κοινότητας αισθητιστών πολεμιστών που την καθορίζει η πατριαρχική ηθική, η σκληροτράχηλη ανδροπρέπεια και ταυτόχρονα η διανόηση, η αισθαντικότητα και η αναζήτηση της ομορφιάς. Αποζητώ ένα σύστημα αξιών που θα μας επιτρέπει να ζήσουμε στοχαστικοί κι ανέμελοι μέσα στην ψυχρή διαύγεια της τέχνης και να πεθάνουμε κάποτε ως αδιάφθοροι πρωταγωνιστές κάποιας ωραίας, πολεμικής σκηνής.

Μια ειδική πνευματική καλλιέργεια που εξαίρει την μορφή και το κάλλος είναι βεβαίως το επιστέγασμα μιας μαθήτευσης στα έργα του πολιτισμού. Αλλά αυτή πρέπει να επιτευχθεί δίχως να καταστραφεί το βασικό, ζωϊκό στοιχείο. Στην πορεία προς την κατάκτηση της πρότυπης μορφής, η ευγένεια πρέπει να προστεθεί στην «βαρβαρότητα», όχι να την ευνουχίσει. Ο διανοούμενος πολεμιστής οφείλει να παραμένει κύριος των στοιχειακών ορμών, της πρωτόγονης δύναμης και της θέλησης επιβολής όσο και ονειροπόλος, λόγιος και στοχαστής.
Ο επαναπροσδιορισμένος Ευγενής Βάρβαρος, ο προικισμένος με καλλιτεχνική αίσθηση των γραμμάτων και των τεχνών, είναι ο μόνος επιδεκτικός, ενδιάμεσος κρίκος προς το φωτεινό μέλλον. Μόνον αυτός θα μπορέσει στο μυστικιστικό φως κάποιου δειλινού να συναντήσει τον επερχόμενο Υπεράνθρωπο.

Κάτω από τη σημαία του Ήλιου, εμείς παραμένουμε αμετανόητοι πολέμιοι της εντροπίας ακόμη και μετά το Λυκόφως των Θεών. Κι αν η άθλια εποχή μας, μας αρνηθεί οριστικά την προσφορά της νεότητας στη μάχη, θα επελάσουμε σίγουρα ως γέροντες Δονκιχώτες στο τέλος των ημερών. Στην άκρη του κόσμου θα υποδεχτούμε τους μύστες του υπερανθρώπου για να προετοιμάσουμε μαζί το μανιφέστο της μεταλλαγμένης ανθρωπότητας.

Βεβαίως έχω πλήρη επίγνωση της χιμαιρικής μου ιδεοληψίας. Ο ευγενής βάρβαρος είναι πλασμένος από τις προσδοκίες των φιλοσόφων και τις αποκαλύψεις των ποιητών. Κι αν ξεκίνησα το κείμενο με τα αισιόδοξα και ξεκάθαρα λόγια ενός φιλοσόφου, θα το τελειώσω αυτοσαρκαζόμενος, με τους πικρούς και αμφίσημους στίχους ενός ποιητή:

Ω λαμπρέ Απόλλωνα,
τίν’ άνδρα, τίν’ ήρωα, τίνα θεόν,
σε ποιόν άνδρα, ποιόν ήρωα, ή ποιόν θεό
τενεκεδένιο στεφάνι να φορέσω!





Opus 100: Αιρετικά κείμενα για την προώθηση των καλών τεχνών...
Η εικόνα: Προσχέδιο του B.W.S. γιά τον εμβληματικό πίνακά του THE LAST ATLANΤΕAN. Ο ρομαντικός πολεμιστής του Barry Smith παραμένει η καλύτερη σύγχρονη, εικαστική αποτύπωση του Ευγενούς Βαρβάρου.
Ο πρόλογος: Από το δεύτερο μέρος του ΕΤΣΙ ΜΙΛΗΣΕ Ο ΖΑΡΑΤΟΥΣΤΡΑ, το ευαγγέλιο του Φρειδερίκου Νίτσε.
Ο επίλογος: Από το μεγάλο, ιδεολογικό ποίημα ΧΙΟΥ ΣΕΛΓΟΥΙΝ ΜΩΜΠΕΡΛΥ, του Έζρα Πάουντ.

20/6/11

SPECIAL OLYMPICS: ΑΓΩΝΕΣ ΤΗΣ ΝΤΡΟΠΗΣ

Αυτές τις μέρες γίνεται στη χώρα μας ένα είδος παρωδίας Ολυμπιακών Αγώνων που αποκαλούνται “Special Olympics”. Διανοητικά καθυστερημένοι άνθρωποι από όλη τη γη αναγκάζονται από τον συγγενικό τους περίγυρο να λάβουν μέρος σε αγωνίσματα που διακωμωδούν το Ολυμπιακό Πνεύμα. Το ανήθικο κατεστημένο του σύγχρονου κόσμου, σε ένα κρεσέντο αθλιότητας εκμεταλλεύεται ακόμη και τα αξιολύπητα παιδιά ενός κατώτερου θεού.

Η σύγχρονη παρεξήγηση των αγώνων ξεκινά από την λανθασμένη ερμηνεία τους και την μεταγενέστερη ταύτισή τους με την ευημερία των ειρηνικών περιόδων. Ξεχνούν εσκεμμένα οι σύγχρονοι πως οι αρχαίοι Έλληνες αποστρέφονταν αλλά ταυτόχρονα απολάμβαναν τον πόλεμο. Οι Έλληνες γνώριζαν πως ο πόλεμος είναι η μοναδική αλήθεια της ζωής κι ο πατέρας του κόσμου των ανθρώπων. Δεν είναι τυχαία η ηρωική προέλευση των αγώνων: οι πρώτοι Ολυμπιακοί καθιερώθηκαν από τον Ηρακλή σε ανάμνηση της εξόντωσης του Αυγεία και της νίκης του ενάντια στους Ηλείους.


Οι αγώνες της αρχαιότητας συνδέονταν στενά με το μαχητικό πνεύμα των Ελλήνων. Εξοικείωση με τα όπλα, έφοδος και σύγκρουση, ταχύτητα και αντοχή. Το κορυφαίο αγώνισμα και η επιτομή του αντρισμού ήταν το πένταθλο: ακοντισμός, δισκοβολία, άλμα, αγώνας δρόμου και πάλη. Η φάλαγγα των οπλιτών θεμελίωνε την υψηλή της καταγωγή μέσα στα στάδια των αθλητικών αναμετρήσεων.

Ο εκφυλισμός των αγώνων από τη ρωμαϊκή συμμετοχή έως την σύγχρονη αναβίωση, υπήρξε μακροχρόνιος και «προοδευτικός». Τέλειωσε κάποτε η εκλεκτική εποχή της κυριαρχίας του ενός, Έλληνα άντρα, νικητή. Και στη θέση της ήρθε μια νέα, «πανανθρώπινη» τάξη πραγμάτων: βαρβάροι και γυναίκες, βαθμολογία κατάταξης και βραβεία για όλους, εμπορικές διαφημίσεις και αναβολικά και στο τέλος ανάπηροι και διανοητικά καθυστερημένοι.
Είναι ευεξήγητο υπό το φως των κατοπινών εξελίξεων, το γιατί οι πρώτοι παραολυμπιακοί οργανώθηκαν μεταπολεμικά, μετά την οριστική επικράτηση του νεωτερικού κόσμου. Η πολιτιστική κληρονομιά της ισοπέδωσης διαβρώνει εύκολα τους καλοπροαίρετους και τους αφελείς με ανοησίες για δήθεν σεβασμό στη «διαφορετικότητα» και τις «ξεχωριστές ικανοτήτες» όλων των ανθρώπων.

Οι επικρίσεις μου δεν αφορούν βέβαια στους ίδιους τους ανάπηρους αθλητές. Οι διανοητικά καθυστερημένοι είναι θύματα κοινωνικής εκμετάλλευσης ενώ οι σωματικά ανάπηροι είναι τραγικοί αγωνιστές, που μόνον με την δύναμη της θέλησης εναντιώνονται στην άδικη μοίρα. Καταδικάζω όμως με απέχθεια το σάπιο σύστημα της εμπορευματοποίησης, της υποκριτικής συμπόνοιας και της βαθιάς παρακμής που με θρασύτητα προβάλλει ως πρότυπο ότι από τη φύση του είναι ατελές και αξιολύπητο, αλλόκοτο και ασθενές.
Οι πραγματικοί Αγώνες πρέπει να δοξάζουν την ιδέα του κάλλους, τα πρότυπα του καθαρού και του αδιάφθορου, το υγιές και το δυνατό. Ανώτερος σκοπός είναι η κατάκτηση της αυτοκυριαρχίας και η αφοσίωση στην υπέρβαση των ορίων. Και οι θεατές των αγώνων πρέπει να νοιώθουν ψυχική ανάταση, να ταυτίζονται με τους ήρωες, να λατρεύουν τον Υπεράνθρωπο.

Το έπαθλο των Ολυμπιακών Αγώνων ήταν το στεφάνι ελιάς που ο Ηρακλής είχε φέρει από τους Υπερβόρειους. Εκεί, στον απότατο Βορρά, στα άλση των Ηλυσίων, συνεχίζουν να συναγωνίζονται διεκδικώντας τη νίκη, οι μακάριοι που έπεσαν πολεμώντας στα πεδία της τιμής.
Οι Αγώνες ως ενοποιητική γιορτή της κοινότητας, συνδέονται άμεσα με το ηρωικό ιδεώδες. Ο Αθλητισμός πρέπει να είναι γιορτή προετοιμασίας των επιλέκτων, αυτών που τελικά θα καλεστούν να αποδείξουν την αξία τους στον μόνον αυθεντικό στίβο: το πεδίο της μάχης.




Η φωτογραφία: Όψη του καλλιτεχνικού εργαστηρίου του γερμανού γλύπτη Arno Breker. Ο Breker υπήρξε ο απόλυτος εκφραστής του ηρωϊκού ιδεώδους στην τέχνη του 20ου αιώνα. Σχεδόν όλα τα γλυπτά του καταστράφηκαν από τον στρατό των Συμμάχων με το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Οι αγώνες της ντροπής: Οι πρώτοι αναπηρικοί αγώνες Ολυμπιακού χαρακτήρα οργανώθηκαν το 1960, στην Ρώμη και οι πρώτοι Special Olympics το 1968, στο Σικάγο. Εξαιρώ για προφανείς λόγους στρατιωτικής ηθικής τους πρώτους αγώνες αναπήρων, βετεράνων πολέμου, που έγιναν το 1948 στην Αγγλία.




28/5/11

ΕΛΛΗΝΕΣ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ

Τα τελευταία σαράντα χρόνια καθοδηγεί τη χώρα ένα ιδιόμορφο, κοινωνικοπολιτικό κατεστημένο ανίκανης, κεντροδεξιάς εξουσίας και νοσηρής, αριστερής διανόησης. Η συνδυαστική τους συνύπαρξη μας έχει φέρει σήμερα στο περιθώριο της Ευρώπης και στην άκρη του γκρεμού. 

Καθώς η κρίση του συστήματος βαθαίνει, οι έντονες αντιθέσεις της νεοελληνικής κοινωνίας οξύνονται σε υπερθετικό βαθμό. Η οικονομική ύφεση οδηγεί μαζικά τους ανυπεράσπιστους εργαζόμενους του καθημερινού μόχθου στην ανεργία ενώ οι εκατοντάδες χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι της διεφθαρμένης κομματοκρατίας υπερασπίζονται μέχρις εσχάτων την μονιμότητα και τους εξασφαλισμένους μισθούς τους. Ταυτόχρονα, αμέτρητοι τριτοκοσμικοί μετανάστες υποκαθιστώντας το ντόπιο και διορισμένο πλέον στο Δημόσιο, προλεταριάτο, περιφέρονται ανεξέλεγκτοι στους βρώμικους δρόμους της πρωτεύουσας.


Μέσα σε αυτό το ετοιμόρροπο πλαίσιο ακούω με αποστροφή όλο και συχνότερα ενορχηστρωμένες φωνές, που διαχωρίζουν την θέση της Ελλάδας από την Ευρώπη και διαδίδουν πως τάχα εμείς, οι ανάδελφοι της καθ’ ημάς Ανατολής, δεν έχουμε καμμία ουσιαστική σχέση με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους. Είναι βέβαια αδιανόητο για οποιονδήποτε κάτοχο της βασικής έστω παιδείας, να αντιμετωπίζεται η σύγχρονη Ελλάδα χωριστά από τον υπόλοιπο Δυτικό Κόσμο, με αφορμή οικονομικά προβλήματα κακοδιαχείρισης και χρέους.
Η Αρχαία Ελλάδα υπήρξε το λίκνο του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού και η πιο πολιτισμένη κοινωνία στην ιστορία της ανθρωπότητας μέχρι σήμερα. Το Βυζάντιο υπήρξε για χίλια χρόνια η ανατολική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Το νεότερο έθνος μας είναι στενά συνδεδεμένο με όλες τις εξελίξεις των τελευταίων δύο αιώνων πολιτικής διαμόρφωσης της ηπείρου. Η Ευρώπη δεν υπάρχει δίχως την Ελλάδα.

Οι άνθρωποι που προπαγανδίζουν αυτές τις ανιστόρητες ανοησίες, είναι στην καλύτερη περίπτωση επιτήδειοι απατεώνες, που προσπαθούν να διαφυλάξουν άνομα προνόμια. Στην χειρότερη περίπτωση, είναι επικίνδυνοι εχθροί της πατρίδας που επενδύουν στην απομόνωση της χώρας από τους φυσικούς της συγγενείς. Όλοι αυτοί όπως και οι ομοϊδεάτες τους στα γερμανικά έθνη, είτε βρίσκονται στα ανώτερα κλιμάκια της διοίκησης είτε στα κατώτερα λαϊκά στρώματα, πρέπει να αντιμετωπιστούν με αποφασιστικότητα και αδιαλλαξία.
Μην ξεγελιέστε από τους χαμηλούς τόνους μας. Πρέπει πλέον να σκεφτόμαστε με σοβαρότητα, τον πολιτισμένο τρόπο με τον οποίο θα απομακρύνουμε από τη γη των πατέρων μας τους ανθέλληνες μαζί με τους φίλους τους, ανεπιθύμητους αλλοδαπούς.  Είναι υποχρέωσή μας να διευκολύνουμε την έξοδο από την Ευρωπαϊκή επικράτεια, όσων από τους "συμπολίτες" μας αισθάνονται Νότιοι και Ανατολίτες, Ασιάτες ή Αφρικανοί.

Γιατί εμείς, οι Έλληνες Ευρωπαίοι, αν και υπομένουμε με στωικότητα σήμερα τον εθνικό μας διασυρμό, δεν σκοπεύουμε να εγκαταλείψουμε τη χώρα...




Η εικόνα: Σχέδιο (1886) του Sir Lawrence Alma-Tadema (1836-1912), βασισμένο στον παλαιότερο πίνακά του The Pyrrhic Dance (1869).

13/5/11

Η ΠΗΓΗ

Τα χρόνια πέρασαν και ξεχάστηκε το Βασίλειο του Καλοκαιριού. Τα πάντα σκέπαζε ο υπνωτικός μανδύας του χειμώνα και οι φωτεινές ημέρες, οι σημαίες και οι μεγάλες πόλεις με τους πύργους και τα καμπαναριά ανήκαν πλέον στο παρελθόν. Κι εγώ μάταια αναζητούσα θεούς και δαίμονες στα παραμεθόρια ιερά της άγονης γης.

Μάνιαζε η καταιγίδα, έβρεχε και βροντούσε όταν κάποτε έφτασα μόνος στο τελευταίο φυλάκιο της Φρουράς. Μπήκα αθόρυβα στο εγκαταλελειμένο παρεκκλήσι και στάθηκα μπροστά στην Άγια Τράπεζα. Έβγαλα το φτερωτό κράνος, κάρφωσα το σπαθί στον πέτρινο βωμό και γονάτισα θλιμένος να προσευχηθώ.


ΓΙΑΤΙ με τα ιερά της δύσης,
Με τ’ άμφια τ’άγια της αυγής,
Τη δυστυχία μου να στολίσεις,
- Όλη τη δυστυχία της γης;

- Δάκρυα κ’αίματα αν θα χύσεις,
Στην Πύλη την Ωραία θα βγεις,
Όσους πιστούς, να κοινωνήσεις
Στο άναμα της φωτοπηγής...

Έστρεψα με προσμονή το βλέμμα προς το τζαμωτό παράθυρο που χώριζε το άδυτο από τον προθάλαμο προσδοκώντας ευνοϊκό σημάδι υποδοχής. Για ώρα περίμενα αμήχανος παρατηρώντας τους διασταυρούμενους, μολυβένιους αρμούς του θαμπού υαλοπίνακα, που σχημάτιζαν περίπλοκα σχέδια, ακατανόητα δίχως την συμβολή του φωτός.

Και τότε άστραψε ξαφνικά και η στιγμιαία λάμψη πίσω από το ζωγραφισμένο γυαλί μου αποκάλυψε την πρωταρχική σύσταση του μείγματος των στοιχείων. Φανερώθηκαν τα τέσσερα σπαθιά των φρουρών του κόσμου τούτου, οι τρείς πύλες προς τους άγιους τόπους της εσωτερικής αναζήτησης και η πολύχρωμη γέφυρα προς την εξώτατη σφαίρα, τον ουρανό που άλλοι αποκαλούν Αιθέρα κι άλλοι Φως.

Λυτρωμένος από την αποκάλυψη της αστραπής μετάλαβα των ζωοποιών μυστηρίων του Πατρός και ασπάστηκα τη λαβή του καρφωμένου ξίφους. Το ιερό όπλο είναι το κλειδί που ανοίγει την Πύλη του Ηλιοστασίου, ορατό τμήμα της τριμερούς αλληλοκάλυψης όπου ο Ουράνιος και ο Εσωτερικός κόσμος εφάπτονται με το Φυσικό σύμπαν.

Έφυγα από το παρεκκλήσι με την παρήγορη διαβεβαίωση πως ο Ηλιακός Πρόμαχος θα με περιμένει ένοπλος στη μεγάλη Σάλα των Μαχών. Δεν πήρα αψήφιστα τα λόγια της Αποστολής... όσους πιστούς να κοινωνήσω στο άναμα της Φωτοπηγής...




Η φωτογραφία: Βικτωριανό βιτρό γοτθικής αναβίωσης (19ος αιώνας), από το προσωπικό μου άδυτο.
Το ποίημα: ΜΕΤΑΛΗΨΗ, του Μιλτιάδη Μαλακάση (1869-1943) από τα ΑΝΤΙΦΩΝΑ.

22/4/11

TWO CROWNS

Ο χρυσός βασιλιάς των ιπποτών παρελαύνει ανάμεσα στους ευτυχισμένους υπηκόους του κι αυτοί τον ρένουν με λουλούδια. Λάμπει σαν ήλιος του καλοκαιριού πάνω στο λευκό του άλογο και δοξάζει την νεότητα, την ελευθερία και τη χαρά της ζωής. Ότι ανυψώνει τον άνθρωπο, η θέληση για δύναμη και η περηφάνια, η λατρεία της ομορφιάς και της καθαρής φύσης του κόσμου τούτου, η κλιμάκωση των αξιών, όλα συνοψίζονται στην κορώνα του.


Όμως, αναπάντητα ερωτήματα και κρυφές αμφιβολίες τον βασανίζουν και οι πεποιθήσεις του δοκιμάζονται όταν το βλέμμα του συναντά τον σταυρωμένο Θεάνθρωπο των χριστιανών. Το ακάνθινο στεφάνι, ο πόνος, η συμπόνοια, το αντίστροφο Βασίλειο του Ουρανού και η ισότητα των ψυχών, τα πάντα αμφισβητούν την φυσική τάξη των πραγμάτων και την ιεράρχηση των διαφορών. Το υπερβατικό επέκεινα υποτιμά κι απαξιώνει την προφανή αλήθεια του φωτός.

Τα δύο στέμματα μαζί σ' έναν αταίριαστο κι ανόσιο συγκερασμό, καθόρισαν το πεπρωμένο του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού.




Ο πίνακας: The Two Crowns (1900), του Βρετανού ζωγράφου Frank Dicksee (1853-1928).

24/3/11

ΤΑ ΤΑΜΠΟΥΡΙΑ ΤΟΥ ΠΑΠΑΦΛΕΣΣΑ

Ο Γρηγόριος Δικαίος, ο επονομαζόμενος Παπαφλέσσας, είχε ήδη διανύσει μια πολυτάραχη πορεία όταν έφτασε η ώρα της τελικής κρίσης. Η ώρα αυτή είναι για τους αληθινούς άντρες η πιό σπουδαία, όταν ή σκυφτός οπισθοχωρείς ή όρθιος περνάς κατευθείαν από το πεδίο της τιμής στο αρχαίο λιβάδι των ασφοδελών. Ο Παπαφλέσσας ήταν από τη φύση του άνθρωπος ανυποχώρητος κι αγύριστο κεφάλι. Στην ώρα της ανάγκης έκανε γρήγορα την επιλογή, έβγαλε την αρχοντική του φορεσιά, έβαλε το σπαθί και τα πιστόλια στο ζωνάρι και διάλεξε με παρρησία τον θάνατο του πολεμιστή.

«Πηγαίνω να πολεμήσω, πατριώτες και ή θα νικήσω τον Μπραϊμη ή θα σκοτωθώ. Και θα μάθετε σκατόβλαχοι πως ξέρει κι άλλος να πολεμάει τους Τούρκους, όχι ο Γέρος μοναχά! ». Κι έτσι έφτασε στο Μανιάκι, να πολεμήσει τους αράπηδες, να πεθάνει και να δοξαστεί. Χωρίς δισταγμούς, χωρίς επιφυλάξεις, χωρίς ενδοιασμούς. Κι όταν οι δικοί του τον προτρέπανε ν’ ανέβει στα ψηλώματα του βουνού για μεγαλύτερη ασφάλεια τους απαντούσε πως... «εγώ δεν ήρθα εδώ να μετρήσω το στρατό του Μπραϊμη, πόσος είναι από τα ψηλώματα, ήρθα να πολεμήσω... Καθήστε εδώ να πεθάνουμε σαν αρχαίοι Έλληνες! ».


Ο Γρηγόριος Δικαίος ήταν φτιαγμένος από εκείνη την ξεχωριστή στόφα των εκκεντρικών, δανδήδων πολεμιστών, που μανιωδώς στοιχειώνουν την προσωπική μου μυθολογία. Άνθρωπος ασυγκράτητος, ορμητικός και τυχοδιώκτης έγινε μοναχός για λόγους ωφελιμιστικούς, για να μπορεί να απολαμβάνει μεγαλύτερα προνόμια και ελευθερία στο καθεστώς της τουρκοκρατίας. Αλαζόνας, γυναικάς και φίλαρχος, για λόγους προσωπικού συμφέροντος συγκρούστηκε κατά περιόδους τόσο με Έλληνες επισκόπους όσο και με Τούρκους αγάδες και τελικά αναγκάστηκε να φύγει από την Πελοπόννησο όταν εξαιτίας του διαλύθηκε κάποιο σημαντικό συνοικέσιο. Είναι αξιομνημόνευτο το ανέκδοτο που λέει ότι φεύγοντας φώναξε στους Τούρκους διώκτες του πως θα επέστρεφε κάποτε ή σαν δεσπότης ή σαν πασάς...

Μέσω Ζακύνθου έφτασε στην Κωνσταντινούπολη κι εκεί άρχισε να συχνάζει στο Πατριαρχείο προσπαθώντας να ανελιχτεί στην ιεραρχία της Εκκλησίας ενώ ταυτόχρονα ζούσε «κοσμικά» και «προκλητικά». Οι Τουρκικές αρχές τον γνώριζαν όχι ως επαναστάτη και συνωμότη αλλά ως ταραξία και διαφθορέα, που «κάθε νύχτα φέρνει γυναίκας εις το σπίτι του». Αναφέρεται ακόμη και περιστατικό κακομεταχείρισης ενός μουσουλμάνου υπηρέτη του, ο οποίος κατήγγειλε κάποτε στην Τουρκική αστυνομία πως ο Παπαφλέσσας τον χτύπησε γιατί δεν πρόσεξε την σαπουνάδα με την οποία έπλενε κάθε πρωί την γενειάδα του.

Στην Πόλη χειροτονήθηκε αρχιμανδρίτης και τελικά μυήθηκε στην Φιλική Εταιρία από τον Αναγνωστόπουλο με το συνωμοτικό ψευδώνυμο Αρμόδιος. Στάλθηκε έπειτα στις παραδουνάβιες ηγεμονίες για να διαδόσει τις ιδέες της Εταιρίας και στο Βουκουρέστι αδερφοποιήθηκε με τους οπλαρχηγούς Γεωργάκη Ολύμπιο και Ιωάννη Φαρμάκη. Σαν επαναστάτης, ο Παπαφλέσας βρήκε τον πραγματικό εαυτό του. Ο ζήλος του για την πατρίδα ήταν υπέρμετρος και τρομερός. Έφτασε μέχρι του σημείου να σκοπεύει να κηρύξει την επανάσταση δίχως την έγκριση της Φιλικής Εταιρίας, σε συνεργασία με τον Ολύμπιο στη Μολδοβλαχία και τον Φαρμάκη στη Μακεδονία και την Στερεά. Η ηγεσία της Εταιρίας πρόλαβε την τελευταία στιγμή να ματαιώσει το πρόωρο κίνημά του αλλά ήταν φανερό πως με δυσκολία θα τον συγκρατούσαν.

Την εποχή που ο Αλέξανδρος Υψηλάντης προσπαθούσε να δημιουργήσει τακτικό στρατό με τον Μαύρο Λόχο των εθελοντών της Οδησσού και να διαβεί τον Προύθο, ο Δικαίος έφτασε ως απεσταλμένος του στην Ελλάδα κι αποδείχτηκε ο μεγαλύτερος απόστολος και προφήτης της Ελληνικής Επανάστασης. Καιροσκόπος, ενθουσιώδης και εριστικός, συνηθισμένος να προπαγανδίζει, να υπερβάλει, να μιλάει για πράγματα ανύπαρκτα και φοβερά, κατέπλησσε τα πλήθη και προβλημάτιζε τους διστακτικούς πρόκριτους που ζητούσαν όχι μόνον επαρκείς διαβεβαιώσεις αλλά και εξασφαλισμένα αποτελέσματα. Ο Φωτάκος στην βιογραφία του, γράφει πως «είχε τόσην πειθώ εις τας ομιλίας του ώστε επίστευε πολλάκις και ο ίδιος την απάτη ως πράγμα»...! Δεν υπάρχει αμφιβολία πως οι αναποφάσιστοι κοτζαμπάσηδες της Πελοποννήσου, αν μπορούσαν, θα τον πρόδιδαν και θα τον σκότωναν από την αρχή.

Ο Παπαφλέσσας ήταν πανταχού παρών, λαμβάνοντας συνεχώς μέρος σε σημαντικές πολεμικές επιχειρήσεις, περιοδείες στρατολόγησης και πολιτικές δραστηριότητες. Έγινε μέλος της Πελοποννησιακής Γερουσίας, συμμετείχε στην Α' Συνέλευση της Επιδαύρου και ξανά στην Β' Συνέλευση του Άστρους και εκλέχτηκε υπουργός των Εσωτερικών στην κυβέρνηση Κουντουριώτη. Παρέμενε ραδιούργος και απείθαρχος με σταθερή ροπή προς τις σαρκικές ηδονές και τον έκλυτο βίο. Τα επίθετα που χρησιμοποιούσαν οι αντίπαλοί του και τον συνόδευαν σε όλη την πορεία του είναι χαρακτηριστικά της ιδιόρρυθμης ιδιοσυγκρασίας του: απατεών και εξωλέστατος, αποπλανημένος παληοκαλόγερος, ασήμαντος Πολιανίτης, κακοπαπαφλέσσας...

Στις εμφύλιες διενέξεις επίσης δεν έκρυβε τις διαθέσεις του. Όταν ξεκίνησε ο δεύτερος εμφύλιος από τους κατοίκους της Αρκαδίας που αρνήθηκαν να καταβάλλουν φόρους, ήταν ο Παπαφλέσσας ο πρώτος που ηγήθηκε της επιχείρησης καταστολής. Αργότερα πάλι αυτός ήταν που ζήτησε την παράδοση των όπλων των Δεληγιανναίων πριν τους φυλακίσει. Ούτε τον Κολοκοτρώνη δίστασε να κυνηγήσει αν και προηγουμένως είχε βρεθεί στην ίδια παράταξη μαζί του ενάντια στους κοτζαμπάσηδες. Όμως, όταν ο Ιμπραήμ άρχισε να καταστρέφει την Πελοπόννησο, ο ίδιος άνθρωπος πήρε το βάρος της ιστορικής ευθύνης στην πλάτη του.

Μέσα σε μια κατάσταση γενικευμένης κατάρρευσης, φυγομαχίας και δειλίας, ο Παπαφλέσσας - εν ενεργεία υπουργός Εσωτερικών και Αστυνομίας - στάθηκε άξια στο ύψος των περιστάσεων. Μετά την αποτυχία της εκστρατείας του Κουντουργιώτη και με τους Ρουμελιώτες οπλαρχηγούς να αρνούνται να πολεμήσουν, ο Γρηγόριος Δικαίος έφτασε αποφασισμένος με λίγους καπεταναίους και 1500 άντρες στο Μανιάκι. Ενισχύσεις που περίμενε δεν τον υποστήριξαν και επιπλέον υποχώρησε πριν τη μάχη ο δειλός οπλαρχηγός Καπετανάκης μόλις συνειδητοποίησε την μεγάλη δύναμη του εχθρού. Πολλοί άλλοι λιγόψυχοι τον μιμήθηκαν και δεν απέμειναν πάνω από τριακόσιοι - κατ’ άλλους εκατον πενήντα ή εξακόσιοι - αριθμός μάλλον σημαδιακός. Κι έτσι, αυτός που τον αποκάλεσαν και Αλκιβιάδη του νεώτερου Ελληνισμού, στο τέλος συνάντησε μόνος του το πεπρωμένο, όρθιος και στα ίσα. Καθώς μας λέει το δημοτικό τραγούδι, μια μπαταργιά του ρίξανε πικρή, φαρμακωμένη...

Η τοποθεσία του θανάτου του, οι τρείς λόφοι κοντά στο Μανιάκι που αποκαλούνται ταμπούρια του Παπαφλέσσα, είναι ιερός τόπος ψυχικής ανάτασης και περισυλλογής. Ο Παπαφλέσσας ήταν αντιφατικός αλλά και μεγαλειώδης χαρακτήρας κι όπως ήξερε να απολαμβάνει τη ζωή έτσι δεν χαράμισε και τον θάνατό του.

Είναι χαρακτηριστική η μαρτυρία του Αμερικανού γιατρού Χάου, που υπήρξε αυτόπτης της Επανάστασης και τον συνάντησε κάτω από εντελώς διαφορετικές περιστάσεις. Ο Χάου εξιστορεί πως ζούσε πολυτελώς ο Παπαφλέσσας σαν υπουργός των Εσωτερικών στο Ναύπλιο με ανατολίτικη μεγαλοπρέπεια και «επανεπαύετο ανακεκλιμένος και εδέχετο ορθίους τους κομίζοντας την υπηρεσίαν υπαλλήλους...». Μας λέει όμως επίσης πως τον είδε το βράδι πριν την τελευταία μάχη, ζωσμένο με το σπαθί και τα πιστόλια «...ωπλισμένον μέχρις οδόντων, καθήμενον παρά την πυράν επί μιας καρπέτας κατά γης εστρωμένης και ρεμβάζοντα επί τη θέα των φλογών... Ήτο δε και τότε τόσον εύθετος, όσον ήτο και ότε ανεπαύετο επί του ανακλίντρου εν Ναυπλίω».

«...Εγώ άπαξ ορκίστηκα να χύσω το αίμα μου για την ανάγκη της πατρίδας και αυτή είναι η ώρα. Εύχομαι δε στο θεό η πρώτη μπάλα του Ιμβραήμ να με πάρει στο κεφάλι διότι σας γράφω να ταχύνετε τον ερχομό σας και σεις μου γράφετε κουραφέξαλα. Νικήτα πρώτη και τελευταία επιστολή μου είναι αυτή. Βάστα τη να την διαβάζεις καμμιά φορά να με θυμάσαι και να κλαίς ». Ανατρέχουμε ακόμη σήμερα στην τελευταία επιστολή που έγραψε στον αδερφό του. Την διαβάζουμε μάλλον παράφωνα κάτω από τη βαριά ντροπή που μας πλακώνει, αλλά τον θυμόμαστε με συγκίνηση και δακρύζουμε από περηφάνεια.

Αϊντε ρε Παπαφλέσσα... που είσαι να δεις την κατάντια μας... Έχουν περάσει 186 χρόνια από τότε που εσύ πέρασες σαν ήρωας τα ταμπούρια των Ιλυσσίων και οι «σκατόβλαχοι» τρέχουν ακόμη να κρυφτούν! Παρηγορήσου όμως εκεί στον Άδη που τριγυρνάς, γιατί τουλάχιστον εμείς μάθαμε την αλήθεια και μετρήσαμε με σεβασμό το μέγεθός σου. Λάμπει η σκιά σου μέσα στο σκοτάδι καθώς με «ΑΘΑΝΑΤΟ ΚΡΑΣΙ ΤΟΥ ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ» προετοιμάζουμε μελλοντικές σπονδές.




Στοιχεία, φράσεις και περιστατικά: Όπως συμβαίνει σε όλα τα κείμενα της Πολεμικής Σημαίας, οι αναφορές και τα γεγονότα ελέγχονται με βάση τις ιστορικές πηγές. Το ηθικό δίδαγμα όμως καθώς και η υποκειμενική θεώρηση των πραγμάτων φέρουν την ιδιαίτερη σφραγίδα της προπαγάνδας των ιδεών.
Η εικόνα: Προσωπογραφία του Παπαφλέσσα. Λιθογραφία του Adam Friedel ("The Greeks. Twenty four portraits, (in four parts of six portraits each), of the principal leaders and personages who have made themselves most conspicuous in the Greek Revolution", Λονδίνο, 1826).
Μικρό χρονολόγιο: Ο Γρηγόριος Δικαίος γεννήθηκε στην Πολιανή της Μεσσηνίας το 1788. Φοίτησε από το 1808 στη Σχολή της Δημητσάνας κι έπειτα έγινε Μοναχός στη Μονή Βελανιδιάς, το 1816. Έφυγε κυνηγημένος από την Πελοπόννησο το 1817. Μυήθηκε στην Φιλική Εταιρία το 1818. Επέστρεψε στην Πελοπόννησο στα τέλη του 1820. Τον Ιούλιο του 1823 ανέλαβε το υπουργείο Εσωτερικών στη νεοσύστατη κυβέρνηση. Σκοτώθηκε μαχόμενος στο Μανιάκι στις 20 Μαϊου του 1825, σε ηλικία 37 ετών.

1/3/11

ΑΝΑΛΗΨΗ ΕΥΘΥΝΗΣ

Η ηγεσία είναι μια σύνθετη έννοια που περιλαμβάνει όλες τις διαδικασίες καθοδήγησης και επιρροής μιας ομάδας με σκοπό την επίτευξη κοινών, αντικειμενικών στόχων. Βασική προϋπόθεση είναι πάντα η διατήρηση της συνοχής του πνεύματος της ομάδας μέσω της παράλληλης χρήσης κινήτρων αποτροπής και επιβράβευσης. Οι διαδικασίες καθοδήγησης μιας ανθρώπινης κοινωνίας οργανωμένης σε κράτος ορίζουν την ανώτατη μορφή ηγεσίας.

Στις σύγχρονες Δημοκρατίες η ηγετική ομάδα απαρτίζεται από την πολιτική και οικονομική ελίτ του συστήματος συμπεριλαμβάνοντας εκλεγμένους αντιπροσώπους, κεφαλαιοκράτες χρηματοδότες και τεχνοκράτες εκτελεστές. Σε αυτόν τον τύπο πολιτεύματος η συλλογική υπευθυνότητα των πολιτών παίζει καθοριστικό ρόλο στην εκλογή και τη διατήρηση της ηγεσίας και συνδέεται άμεσα με την ευμάρεια. Στην οικονομοκρατούμενη κοινωνία όταν οι προϋπολογισμοί είναι πλεονασματικοί και επιτυγχάνονται οι στόχοι, όλοι απολαμβάνουν τα οφέλη της επιτυχίας. Τα κέρδη μεταφράζονται σε κατανάλωση στο χαμηλότερο επίπεδο της κοινωνικής βάσης και σε γιγάντωση του πλουτισμού στα υψηλότερα κλιμάκια της ηγεσίας. Όλοι ευημερούν και οι κυβερνήτες απολαμβάνουν ανάλογες τιμές και σεβασμό.

Τι γίνεται όμως στην περίπτωση της αποτυχίας και ιδιαίτερα στην περίπτωση της οικονομικής καταστροφής όπως συμβαίνει στην κατάσταση που αντιμετωπίζουμε σήμερα στη χώρα μας; Ποιός αναλαμβάνει τότε την ευθύνη; Ποιά είναι η ποινή για τους άρχοντες που απέτυχαν και ποιός θα την επιβάλλει;

Όταν ένα νοσηρό σύστημα οργάνωσης απαξιώνεται, τότε καταρρέουν και οι μορφές της ισχύος του. Δεν υπάρχουν πλέον παροχές ανταμοιβής των υφισταμένων ούτε δυνατότητες καταναγκασμού τους. Στα ιστορικά αδιέξοδα δεν αναγνωρίζεται στην άρχουσα τάξη ούτε η νόμιμη ισχύς ως δικαίωμα λόγω αξιώματος, ούτε η ισχύς αναφοράς ως απόρροια θαυμασμού, ούτε η αυθεντία λόγω εξαιρετικών γνώσεων. Κι όταν κανείς από την ηγεσία δεν αναλαμβάνει την ευθύνη, τότε το αποτέλεσμα είναι γενικευμένη αναρχία, ατιμωρησία και αποσύνθεση.

Στις ωφελιμιστικές κοινωνίες των εμπόρων και των υπαλλήλων που συνήθως στηρίζονται στη διευκόλυνση, το συμβιβασμό και την κερδοσκοπία, κανείς δεν έχει το θάρρος να κοιτάξει κατάματα την αλήθεια. Το παγωμένο πρόσωπο της Μέδουσας παραμένει στο κέντρο του διεκδικούμενου χώρου, όμως πλέον δεν κατοικούν ήρωες στα περίχωρα και κανείς από μηχανής θεός δεν πρόκειται να δώσει λύση στην τραγωδία.

Ελπίζω πως ο χρόνος παραμένει κυκλικός και στο μεταξύ ασκούμαι στην παθητική αντίσταση, στην περιφρόνηση και την ειρωνία. Λοιδωρώ το σύγχρονο κατεστημένο, συγκρίνοντας το λειψό ηθικό του ανάστημα με τις πάτριες, αριστοκρατικές αξίες του παρελθόντος, όπου οι αληθινοί ηγέτες, άντρες και πολεμιστές αναλάμβαναν την ευθύνη.





Η φωτογραφία: Η Μέδουσα Rondanini, που βρίσκεται στην Γλυπτοθήκη του Μονάχου. Πιθανά αντίγραφο του γοργονείου, επισήματος της ασπίδας της χρυσελεφάντινης Αθηνάς του Φειδία.

1/2/11

ΣΙΔΕΡΕΝΙΟΣ ΙΩΑNΝΙΤΗΣ

Ο προορισμός μου αυτή τη φορά ήταν το παλαιό οχυρό των Ιωαννιτών στις όχθες του ποταμού Μολδάβα, στο Μικρό Μέρος της Πράγας. Το οχυρωμένο μοναστήρι που ήλεγχε κάποτε την μεσαιωνική Γέφυρα της Ιουδήθ αποτελούσε έναν ακόμα κρίκο στην σειρά των επισκέψεών μου σε πύργους, μουσεία και ναούς, σε τόπους όπου συγκεντρώνω κομμάτι-κομμάτι τα διάσπαρτα στοιχεία της σκοτεινής μας καταγωγής.


Οι φορτισμένες τοποθεσίες και τα τεχνουργήματα του παρελθόντος ενεργοποιούν απωθημένες αναμνήσεις από την εποχή της πτώσης που ακολούθησε τη Μητέρα των Μαχών. Υπομένω αγόγγυστα τη μοίρα, όμως ακόμη βασανίζομαι τις άναστρες νύχτες από τους εφιάλτες της απρόσμενης ήττας που ανέτρεψε την ισορροπία των κόσμων και μας καταδικάσε στα φοβερά δεσμά του χρόνου και του χώρου.

Οι πιο τυχεροί από εμάς, ενσαρκωμένοι σε σώματα θνητών, διατηρούμε ψήγματα μνήμης και ενοχής. Αν και διαιρεμένοι σε τόπους διαφορετικούς κι ανόμοιες εποχές, φέρουμε ακέραιο το ιερό καθήκον της ανασυγκρότησης της στρατιάς. Προετοιμάζοντας την έξοδο από την ύλη συλλέγουμε κωδικοποιημένες πληροφορίες και ταυτόχρονα διαδίδουμε το προσκλητήριο της επιστράτευσης στους πιο άτυχους συντρόφους... στους σιωπηλούς φυλακισμένους στα αγάλματα και στους πίνακες, στα βιτρό, στους τάπητες και στις προτομές.

Στο παραποτάμιο οχυρό των Ιωαννιτών, στη σιδερένια εξώπορτα συνάντησα έναν από εκείνους, τους στοιχειωμένους αδερφούς. Εκεί, μπροστά στα απαίδευτα μάτια των ανυποψίαστων τουριστών κοινωνήσαμε την έμπυρη ουσία μέσα στη σιωπή.

«Έτσι η Μοίρα το έταξε. Άφθαρτα, δίχως τέλος,
μες των Καιρών συνταιριαστά τη μήτρα να κυλούνε,
το πύρινο στοιχείο μας κ’ η δύναμη δίπλα η θεία.
»

Από κοινού ανανεώσαμε τους όρκους του Ιερού Σπαθιού προσδοκώντας το πλήρωμα του χρόνου, όταν ξανά θα συναντηθούμε στο φλεγόμενο κάστρο του μαύρου Ήλιου.





Η φωτογραφία: Από το τελευταίο ταξίδι μου στην Πράγα. Σχέδιο της εξωτερικής πόρτας ανάμεσα στους δύο πύργους του προστώου του μεσαιωνικού μοναστηριού των Ιωαννιτών ιπποτών, που οδηγεί στην αυλή της Εκκλησίας της Αλυσοδεμένης Παναγίας. Στην αυλή ανάμεσα στους πύργους και την σημερινή εκκλησία βρισκόταν κάποτε το κλίτος της παλαιότερης ρομανικής εκκλησίας που κατασκευάστηκε τον 12ο αιώνα και δόθηκε σαν δώρο στους ιππότες από τον Πρεμυσλίδη βασιλιά Βλαδίσλαο Β΄.
Οι στίχοι στο τέλος: Από το πρώτο βιβλίο του Χριστιανικού Έπους ΧΑΜΕΝΟΣ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ σε μετάφραση Χρ. Γαλατόπουλου.
PARADISE LOST του John Milton (1608-1674).
« …; since by fate the strength of Gods
And this empyreal substance cannot fail;
»

5/1/11

SACRED METAL

Σε έναν κόσμο ανέφικτο και ιδανικό θα έβρεχε αίμα και οι κεραυνοί θα όργωναν τη γη. Οι μαύρες σημαίες θα φούσκωναν από τον εγωισμό μας και οι λόγχες θα υψώνονταν προς τον ουρανό σαν σε προσευχή.
Σε έναν κόσμο αληθινό και υγιή, οι πατρώοι θεοί θα ευλογούσαν την πρώτη μας μάχη και με το ξίφος θα μαθαίναμε να μετράμε τον εαυτό μας. Διά πυρός και σιδήρου θα γινόμασταν άντρες στη δόξα ή στη θανή.
Όμως, εμείς γεννηθήκαμε σε μια άρρωστη εποχή, δίχως αίμα, δίχως τιμή. Για να σωθούμε οφείλαμε να επινοήσουμε νέες τελετές ενηλικίωσης και να πειραματιστούμε με σκιώδη υποκατάστατα και αβέβαιη προοπτική.

Crusader, crusader, please take me with you

The battle lies far to the east

Crusader, crusader, don't leave me alone

I want to ride out on your quest


I'm waiting, I'm waiting, to stand by your side

To fight with you over the sea

They're calling, they're calling, I have to be there

The holy land has to be free

Αναλογίζομαι σήμερα με νοσταλγική διάθεση τη νεανική μας προσπάθεια να αποφύγουμε την εκθήλυνση που αδιάκριτα μας επεφύλασσε η κακή μας μοίρα και η άθλια εποχή. Μακρυμάλληδες έφηβοι, ντυμένοι στα μαύρα και ζωσμένοι με σφαίρες και καρφιά, αποπειραθήκαμε απεγνωσμένα να υποκαταστήσουμε την απουσία της αληθινής μάχης με ψεύτικες προβολές.
Αναμφισβήτητα ήμασταν ρομαντικοί, αμετανόητοι και φανατικοί. Δεν θα τα καταφέρναμε όμως ποτέ δίχως τα εμβατήρια της Ιερής μας Μουσικής. Γιατί η μουσική έχει το πλεονέκτημα να σε μεταφέρει χωρίς την ανάγκη αμφίβολων μεσολαβητών, κατευθείαν στους μυστικούς τόπους των αρχετύπων. Κι εκεί οι θεοί αναγνώρισαν τουλάχιστον τις προθέσεις μας και μας συγχώρεσαν λόγω αμφιβολιών.

Κι έτσι - ευτυχώς - σωθήκαμε οριακά. Με την ακλόνητη πίστη πως ανήκαμε σε κάποια απροσδιόριστη μα ηρωική στρατιά... πολεμώντας σε μια φανταστική σταυροφορία για υπέρτατα ιδανικά...




Η φωτογραφία: Το εξώφυλλο από το άλμπουμ CRUSADER (SAXON, 1984). Έργο του Βρετανού ζωγράφου Paul Raymond Gregory.
Οι στίχοι: Οι πρώτες στροφές από το ομώνυμο τραγούδι.
Χρονολογία μετάβασης: Η δεκαετία του ’80.
Αφιερωμένο εξαιρετικά: Στους Αδερφούς του Σπαθιού και στους «Άγιους Τόπους» της εφηβείας μας. Hail…